Συνήθως η προσοχή στρέφεται στις σωματικές αλλαγές και δυσκολίες κατά τη διάρκεια του 9μήνου με αποτέλεσμα να μην συζητάει συχνά την συναισθηματική της εμπειρία κι έτσι πολύ συχνά να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτό που της συμβαίνει είναι παράλογο, μην έχοντας τη δύναμη να το καταθέσει σε κάποιον κοντινό της άνθρωπο.
Κατά τη διάρκεια των 9 μηνών, η διάθεση και τα συναισθήματα της εγκύου περνούν από στιγμές ευτυχίας – με μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό για το μωράκι που θα φέρει στον κόσμο – σε στιγμές δυστυχίας – με αίσθηση ανυπομονησίας, ανησυχίας και τρόμου σχετικά με θέματα της εγκυμοσύνης, του τοκετού αλλά και της επερχόμενης μητρότητας.
Η αλήθεια είναι ότι η περίοδος της εγκυμοσύνης μπορεί να φέρει στην επιφάνεια άλλα θέματα όπως δύσκολες οικογενειακές σχέσεις, ανασφάλειες και μη-ρεαλιστικές προσωπικές προσδοκίες, που έχουν παραγκωνιστεί και υποτιμηθεί τον προηγούμενο καιρό.
Σίγουρα είναι μια τεράστια μετάβαση στη ζωή της γυναίκας και αυτό από μόνο του δικαιολογεί τα μπερδεμένα συναισθήματα, τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Όμως η περίοδος αυτή είναι ξεχωριστή για πολλούς λόγους. Μερικές γυναίκες είναι πιο ευαίσθητες στις ορμονικές αλλαγές, κάτι που τις κάνει οξύθυμες. Είναι πολλά τα θέματα που πρέπει να διαχειριστούν τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, όπως τι θα σημαίνει το μωρό της για τη δική της ζωή, πώς θα επηρεάσει τις σχέσεις της και αν θα έχει την κατάλληλη υποστήριξη από τον σύντροφό της και την οικογένεια της στον ερχομό του μωρού, αν θα είναι καλή μητέρα και αν θα μπορέσει να φέρει εις πέρας τις νέες τις ευθύνες. Και φυσικά υπάρχουν και πρακτικές ανησυχίες όπως η οικονομική κατάσταση και τι σημαίνει για αυτούς και τα οικονομικά τους η έλευση νέου μέλους, αν θα επιλέξει να εργάζεται και πάλι εκτός του σπιτιού, και άλλα πολλά που σαφώς όταν η ένταση του συναισθήματος είναι εκτός του ελέγχου της, τότε σίγουρα υπάρχουν άλυτα θέματα στην καθημερινότητά της και τις σχέσεις της τα οποία προϋπήρχαν της εγκυμοσύνης.
Η εγκυμοσύνη μπορεί να είναι κάτι πολύ ευχάριστο αλλά ταυτόχρονα και πολύ στρεσογόνο γι’ αυτό και η γυναίκα μπορεί να βιώσει όλη την γκάμα των συναισθημάτων. Αυτό που συνήθως λέμε στις γυναίκες που ανησυχούν για την διάθεση και την ψυχολογία τους αυτή την περίοδο, είναι ότι θα τους βοηθήσει πολύ να μάθουν να αναγνωρίζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, και να βρουν χώρο και χρόνο για να μιλήσουν για αυτά αλλά και να τα επεξεργαστούν χωρίς φόβο και συμπεριφορές απομόνωσης.
Είτε το ονομάσουν νευρικότητα, οξυθυμία ή δυστροπία, το μόνο βέβαιο είναι ότι η εγκυμοσύνη φέρνει μαζί της και ένα εύρος συναισθηματικών διακυμάνσεων. Όπως προείπα είναι μια μεγάλη μετάβαση για την γυναίκα και οι διάφορες αλλαγές που παρατηρεί στο σώμα της συνήθως απρόβλεπτα, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τα συναισθήματα της.
Βιώνουν φόβο επικείμενη αποβολής ή για επιλογές της που μπορεί να βλάψουν την υγεία του μωρού της. Στο 2ο τρίμηνο συνήθως φοβόνται ότι δεν θα είναι καλές στον ρόλο τους ως μητέρες λόγω του όγκου των ευθυνών αυτού του ρόλου. Προς το τέλος της εγκυμοσύνης και πλησιάζοντας στο τοκετό, τρομάζουν για το τοκετό και τους πόνους αλλά και για οτιδήποτε πιθανό να μην πάει καλά τότε. Το γεγονός ότι αισθάνονται ότι δεν ελέγχουν την κατάσταση – κάτι φυσιολογικό – πυροδοτεί σκέψεις φόβου γι αυτό και τις βοηθάμε να αναγνωρίσουν κατά πόσο αυτός ο φόβος θα μπλοκάρει το μυαλό τους ή θα προσπαθήσουν να τον διαχειριστούν.
Σαφώς και το άγχος τους είναι φυσιολογικό καθώς αυτό θα βοηθήσει την μητέρα να κρατάει το μωρό ασφαλές, να νοιάζεται για αυτό και να το προστατεύσει αφού γεννηθεί. Όμως οι περαιτέρω αγχωτικές σκέψεις δεν θα βοηθήσουν καθώς οι έρευνες λένε ότι το ανοσοποιητικό σύστημα νεογνών που γεννήθηκαν από μητέρες με υψηλά επίπεδα άγχους κατά την εγκυμοσύνη, παρουσίασε φτωχή ανταπόκριση στον εμβολιασμό συγκριτικά με μωρά από πιο χαλαρές μητέρες. Αν μια γυναίκα λοιπόν εν γένει και προ της εγκυμοσύνης ήταν αγχώδης τύπος, έχει περισσότερες πιθανότητες να είναι έτσι και κατά την εγκυμοσύνη, καθώς τα υψηλά επίπεδα στρες παραμένουν υψηλά.
Συμπτώματα απώλειας μνήμης είναι επίσης φυσιολογικά λόγω ορμονικών διακυμάνσεων, απώλειας ύπνου και του στρες κατά την μεταβατική αυτή περίοδο οπότε μαζί προσπαθούμε να μειώσουμε την ανησυχία αλλά και τον εκνευρισμό που έχουν όταν ξεχνούν κλειδιά ή κινητό, επισημαίνοντάς τους ότι οι πολλαπλές σκέψεις για τους επόμενους μήνες αλλά και οι αλλαγές στις προτεραιότητές τους, συμβάλλουν σημαντικά.
Και φτάνουμε στο κλάμα που συνήθως ανησυχεί τις γυναίκες. Αρκετές μου λένε ότι κλαίνε σαν κακομαθημένο κουτάβι κάθε τόσο και χωρίς λόγο, είτε μετά από κάποιον εμετό νωρίς στην εγκυμοσύνη τους είτε και στην θέαση μωρουδίστικων ρούχων. Οι γυναίκες κλαίνε πιο εύκολα και πιο συχνά όταν περιμένουν μωρό αλλά και στα πρώτα στάδια της μητρότητάς τους λόγω των πολλών και εναλλασσόμενων συναισθημάτων και ως άνθρωποι, μερικές φορές μέσω της ευσυγκινησίας εξωτερικεύουν τον συναισθηματισμό τους. Σαφώς και οι ορμόνες ενισχύουν αυτή την τάση μας.
Αν όμως παρατηρούμε συνεχές κλάμα το οποίο δεν μειώνεται, τότε μπορεί να είναι σύμπτωμα κατάθλιψης και κάτι τέτοιο καλό θα είναι να το συζητήσει με ειδικό ψυχικής υγείας καθώς είναι κάτι που επηρεάζει το 10% των γυναικών κατά τη διάρκεια της λοχείας αλλά και μετά.
Κάποτε έλεγαν ότι η εγκυμοσύνη προστατεύει την γυναίκα από τη κατάθλιψη και άλλες ψυχολογικές διαταραχές λόγω των υψηλών επιπέδων οιστρογόνων, κάτι που δεν έχει στηριχθεί επιστημονικά. Μια έγκυος έχει τον κίνδυνο για κατάθλιψη με μια γυναίκα που δεν κυοφορεί.
Η επιλόχειος περίοδος είναι ιδιαιτέρως ευάλωτη στιγμή για τις γυναίκες, ιδίως για κατάθλιψη. Ο κίνδυνος μπορεί να αυξηθεί λόγω της δραματικής πτώσης των οιστρογόνων και της προγεστερόνης μετά τον τοκετό διότι η μητέρα μπορεί να μην κοιμάται ή να τρώει καλά. Το 80% των νέων μητέρων μετά τον τοκετό νοιώθουν στενοχώρια, άγχος, κυκλοθυμικότητα, είναι ευσυγκίνητες ή αισθάνονται πιεσμένες, δυσκολεύονται να κοιμηθούν και χάνουν την όρεξη τους για τροφή.
Αυτά τα συμπτώματα συνήθως μειώνονται σημαντικά μετά την 2η εβδομάδα. Αν όμως έχουμε πιο σοβαρά συμπτώματα με διάρκεια μεγαλύτερης αυτής της περιόδου, όπως ακραία θλίψη, θυμό, ή να μην έχει ενδιαφέρον για το μωρό, πρέπει να αναζητήσει βοήθεια. Καθώς αυτά είναι συμπτώματα επιλόχειου κατάθλιψης τα οποία θα την κάνουν να μην μπορεί να δεθεί αλλά ούτε και να φροντίσει το νεογνό. Και όπως γνωρίζεται ο δεσμός είναι πολύ σημαντικός για την ανάπτυξη του παιδιού.
Αν ένα μωρό δεν αναπτύξει ασφαλή δεσμό με την μητέρα, τα επακόλουθα είναι μεγάλη δυσκολία να συναναστραφεί μαζί της, δηλαδή μπορεί να μην την θέλει κοντά του ή να αναστατώνεται όταν το πλησιάζει, έχουν δυσκολία στον ύπνο, εμφανίζουν καθυστερήσεις στην ανάπτυξή τους, Έχουν περισσότερους κολικούς, είναι πολύ ήσυχα ή παθητικά ή αργούν αρκετά να αναπτύξουν δεξιότητες βασικές για την ανάπτυξή τους συγκριτικά με μωρά που ανάπτυξαν ασφαλή δεσμό με την μητέρα τους.
Όπως καταλαβαίνετε, τα προβλήματα δεν σταματούν στην βρεφική ηλικία. Στην παιδική ηλικία είναι λιγότερο ανεξάρτητα, λιγότερο κοινωνικά, δυσκολεύονται να πειθαρχήσουν, είναι πιο επιθετικά και δεν αποδίδουν στο σχολείο. Προβλήματα συμπεριφοράς, δυσκολίες μάθησης, μεγαλύτερος κίνδυνος για ελλειμματική προσοχή και υπερκινητικότητα, όπως και για άγχος, κατάθλιψη και άλλα ψυχολογικά προβλήματα.
Κατά την εφηβική τους ηλικία, τα παιδιά μητέρων που υπέφεραν από κατάθλιψη, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη, διαταραχές άγχους, μαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές διαγωγής και χρήση ουσιών.
Θα κλείσω όμως λέγοντας ότι την ευθύνη μπορεί σε μεγάλο βαθμό να κουβαλάει η μητέρα αλλά ο ρόλος του πατέρα είναι πολλές φορές ο πλέον καθοριστικός για την ψυχολογική κατάσταση της μητέρας, όταν η σχέση τους δεν «εμβολιάζει» την έγκυο και μητέρα ενάντια σε ακραίες ανησυχίες, εντάσεις και συναισθηματικές μεταπτώσεις που μπορεί να οφείλονται σε θέματα της σχέσης τους ή και της καθημερινότητάς τους.
Είτε λοιπόν κατά την κύηση είτε μετά τον τοκετό, οι γυναίκες που βιώνουν κατάθλιψη ή άγχος πρέπει να συμβουλευτούν ειδικό ψυχικής υγείας καθώς η σωματική και ψυχική υγεία της εγκύου είναι αυτή που θα διαβεβαιώσει και την υγεία του νεογνού, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την κύηση.