Το τέλος του χειμώνα σηματοδοτεί την εποχιακή εμμονή για χάσιμο βάρους. Η υπερκατανάλωση εδεσμάτων λόγω των εορτών περιορίζεται και πάρα πολύς κόσμος υπόσχεται ότι αυτή τη χρονιά θα χάσει κιλά, που δεν θα ξαναπάρει.
Με τη δίαιτα να έχει γίνει συνήθεια ή χόμπι, όποιο κι αν είναι το βάρος μας ελάχιστοι άνθρωποι έως και κανείς, δεν μπορεί να είναι αδιάφορος μπροστά στα διάφορα μηνύματα περί λίπους – ή να το πω αλλιώς, δεν μπορεί να μην ανησυχήσει για τα επίπεδα λίπους στο σώμα του.
Η μεγάλη βιομηχανία, που στηρίζει την απώλεια βάρους συνεχώς, βγάζει νέα και πολλά υποσχόμενα προγράμματα, δίαιτεςκαιπροϊόντα χαμηλά σε λιπαρά, σε υδατάνθρακες και σε θερμίδες, που ανακυκλώνονται με νέες ονομασίες, και πάντα τονίζοντας ότι δεν είναι μέρος δίαιτας – εφόσον όπως όλοι ξέρουμε οι δίαιτες δεν δουλεύουν ! – αλλά τρόπος ζωής.
Παρ` όλο που συνήθως κατηγορούν τον διατροφολόγο και αισθάνονται ντροπή, για την συγκεκριμένη αποτυχία ευθύνονται οργανικές,ψυχολογικές, κοινωνικέςακόμα και οικονομικές παράμετροι.
Υπερφαγία
Άνθρωποι που παλεύουν με ψυχαναγκαστική ή επεισοδιακή υπερφαγία συχνά αναζητούν θεραπεία επειδή γνωρίζουν ότι η υπερφαγία τους μπορεί να έχει ψυχοσυναισθηματική βάση. Αλλά ενώ η πεποίθηση ότι οι άνθρωποι τρώνε περισσότερο για να απαλλαγούν ή να αποφύγουν επώδυνα συναισθήματα συχνά αληθεύει, είναι μόνο ένα μέρος της ιστορίας.
Αν εστιάσουμε μόνο στους συναισθηματικούς παράγοντες της υπερφαγίας, αφήνουμε στην άκρη παράγοντες που προκαλούν τον κύκλο δίαιτα/υπερφαγία, θεωρώντας ότι δεν μπορούν να υπάρχουν από μόνοι τους. Στην πραγματικότητα, η αλήθεια πίσω από την ευρέως γνωστή αλήθεια του «οι δίαιτες δεν λειτουργούν» είναι ότι οι δίαιτες – σκόπιμη στέρηση τροφής – ενεργοποιεί αυτόματους οργανικούς και ψυχολογικούς μηχανισμούς που στην ουσία προκαλούν την υπερφαγία. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι οι δίαιτες παχαίνουν !
Γιατί λοιπόν αποτυγχάνουν οι δίαιτες ;
Ο πιο εμφανής λόγος της αναποτελεσματικότητάς τους σε βάθος χρόνου είναι ότι συμβάλλουν στην απώλεια επίγνωσης των εσωτερικών ενδείξεων πείνας και πληρότητας, κάτι απαραίτητο για έναν ισορροπημένο τρόπο διατροφής. Είναι αρκετές οι έρευνες που κατέληξαν σε αυτό.
Μία από τις πιο πρόσφατες στο πανεπιστήμιο του Toronto, σε δύο ομάδες συμμετεχόντων, η μία με άτομα που έκαναν δίαιτα και η άλλη με άτομα που δεν έκαναν δίαιτα, ζήτησαν να συγκρίνουν γεύσεις παγωτών. Οι συμμετέχοντες σε κάθε ομάδα χωρίστηκαν σε 3 υποομάδες. Πριν τους δώσουν παγωτό, ζητήθηκε από την 1η υπο-ομάδα να πιει 2 milkshakes, στη 2η υπο-ομάδα 1 milkshake και στην 3η καθόλου milkshake.
Στην συνέχεια τους έδωσαν 3 γεύσεις παγωτό και τους ζήτησαν να βαθμολογήσουν τις γεύσεις, τρώγοντας όσο παγωτό επιθυμούσαν. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι αυτοί που δεν έκαναν δίαιτα έφαγαν όσο φαντάζεστε. Όσοι δεν είχαν καταναλώσει κανένα milkshake έφαγαν το περισσότερο παγωτό. Όσοι ήπιαν 1 milkshake έφαγαν λιγότερο παγωτό και όσοι ήπιαν 2 milkshakes έφαγαν το λιγότερο παγωτό.
Αυτοί που έκαναν δίαιτα είχαν εντελώς αντίθετη συμπεριφορά. Όσοι δεν ήπιαν milkshake έφαγαν μικρές ποσότητες παγωτού, όσο ήπιαν 1 milkshake έφαγαν περισσότερο παγωτό και όσοι ήπιαν 2 milkshakes έφαγαν το περισσότερο παγωτό.
Αυτό λοιπόν που συνέβη λέγεται απώλεια αναστολών, και είναι αποτέλεσμα της λογικής της δίαιτας. Οι εκτός δίαιτας τρώνε χωρίς απαγορεύσεις και σε ισορροπημένη βάση, κι έτσι ρυθμίζουν την κατανάλωση της τροφής με βάση τις εσωτερικά οργανικές ενδείξεις πείνας και πληρότητας. Κι έτσι ρύθμισαν την ποσότητα του παγωτού που έφαγαν με βάση την αίσθηση πληρότητας που αισθάνθηκαν. Τι πιο προφανές και φυσικό ;
Όσοι βρίσκονταν σε δίαιτα, αντέδρασαν με τον αντίθετο τρόπο – όσο περισσότερα milkshakes ήπιαν τόσο περισσότερο παγωτό έφαγαν. Γιατί όμως έχασαν την ικανότητα να ρυθμίζουν την πρόσληψη τροφής ; Με βάση τους ερευνητές αυτή η μη-ικανότητα ρύθμισης υφίσταται λόγω του ότι το milkshake προκάλεσε απώλεια των αναστολών στην συνήθως στερημένη σίτιση κάποιου που κάνει δίαιτα, σχεδόν σαν να πάτησε διακόπτη. «Το χάλασα όπως και να χει, οπότε ας φάω όσο θέλω πριν ξαναεπιστρέψω στη διαιτά μου».Κι αυτό είναι ένα σχεδόν ακαταμάχητο κίνητρο για να φας πολύ, ξεπερνώντας το σημείο πληρότητας.
Οι επιπτώσεις
Οι παγίδες, που κρύβουν οι δίαιτες, είναι αρκετά γνωστές δεκάδες χρόνια. Όχι μόνο παχαίνουν τους ανθρώπους, αλλά επηρεάζουν σημαντικά και την ψυχική υγεία. Παρατηρούμε δραματικές αλλαγές στον χαρακτήρα, τάση για λήθαργο και αδράνεια, ευερεθιστότητα, κατάθλιψη και απάθεια. Αποκτούν εμμονή και μιλούν συνεχώς για το φαγητό, την πείνα και το βάρος.
Προτείνουμε λοιπόν να μάθουμε να «ζυγίζουμε» τις στάσεις μας! Είναι απαραίτητο να μπορούμε να σταθούμε ουδέτεροι απέναντι στον αριθμό που διαβάζουμε στη ζυγαριά, δηλαδή να προσπαθούμε να αποφύγουμε συμπεράσματα σχετικά με την οργανική και νοητική κατάσταση του εαυτού μας και των άλλων ανθρώπων, να μην αποτελεί το βάρος μέτρο επιτυχίας ή αποτυχίας, καθώς ο στόχος μας οφείλει πρωτίστως να είναι η υγεία, σωματική και ψυχική, σε κάθε μέγεθος.
Η υγεία έχει να κάνει με παραμέτρους, όπως η υγιής σχέση με το φαγητό, η σωματική δραστηριότητα, οι καλές συνήθειες στον ύπνο, η τακτική φροντίδα του οργανισμού (check-up), που αποδεικνύονται καλύτεροι δείκτες από τον αριθμό στη ζυγαριά. Συνηθίζω να ενθαρρύνω τους ανθρώπους που έρχονται με προβλήματα σωματικού βάρους έως και διατροφικές διαταραχές, να εστιάσουν στο να νοιώθουν καλά ψυχολογικά, να αναπτύξουν την σωματική δύναμη και ελαστικότητα μέσω της σωματικής δραστηριότητας, ενώ απολαμβάνουν την χαρά της κίνησης.
Καθώς στρέφουν την προσοχή τους σε συμπεριφορές βιωσιμότητας, στο να κανονικοποιήσουν την διατροφή τους και να χτίσουν μια θετική εικόνα σώματος και εαυτού, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την απώλεια βάρους ως μια αλλαγή που θέλουν πια να δουν στο σώμα τους, αλλά όχι ως κύριο μέλημα και απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορούν να ευχαριστιούνται όλες τις πτυχές του εαυτού και της ζωής τους.